[Μιλώ…]
Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτώνΓια τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματαΓια τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτεςΜιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαπίζει η βροχή5Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμέναΓια τα κορίτσια που ζητιανεύουνε δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τουςΜιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματαΓια τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμουςΤους μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια10Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματαΓια τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκεςΓια τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.
Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδεςΠ’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του15Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσανΚι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκανΚι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτιαΚι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώνανΚι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει20Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.
|
Από τη συλλογή: "Η συνέχεια 2" (1956).
Διαβάζει ο κ. Κώστας Καζάκος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο/η είπε...