Ένας γέρος μοναχός ζει μαζί με τον μικρό μαθητευόμενο του σε έναν μικρό, απομονωμένο, πλωτό ναό. Το άγρυπνο βλέμμα του δασκάλου – μοναχού καθοδηγεί, προβληματίζει και τιμωρεί τον μικρό μαθητή. Αυτό συμβαίνει στις περιπτώσεις που ο τελευταίος λόγω της παιδικής αφέλειας και της ανωριμότητάς του επιδίδεται σε πράξεις ασέβειας και βαρβαρότητας προς το φυσικό περιβάλλον που τον θρέφει και τον συντηρεί. Η ταινία είναι ένας ύμνος στη φύση. Ένα ποίημα στη δύναμη της ζωής που κυλά όπως το νερό, άλλοτε ορμητικά ξεσπώντας πάνω σε βράχους και πέφτοντας σε καταρράκτες και άλλοτε γαλήνια και ήρεμα σχηματίζοντας λίμνες και μικρά ρυάκια. Το σίγουρο είναι ότι η ζωή είναι κίνηση, είναι ρυθμός. Οι εποχές εναλλάσσονται και ο νεαρός μαθητής καθώς ανδρώνεται έρχεται σε επαφή με τον διαλογισμό και τις αρχές του βουδισμού. Ωστόσο, ο νέος δε μπορεί να αποφύγει τις εκπλήξεις που του επιφυλάσσει η ίδια η ζωή. Έτσι, ο νεαρός μοναχός παρουσιάζεται εξαιρετικά ευάλωτος και ανήμπορος ενόψει των βασάνων και των παθών που του επιφυλάσσει η ζωή. Η «πέτρα του σκανδάλου» είναι μια κοπέλα η οποία καταφεύγει στον μικρό ναό για να θεραπευτεί από μια απροσδιορίστου φύσεως αρρώστια. Οι δύο νέοι ερωτεύονται και η κοπέλα θεραπεύεται. Ο νέος, όμως, γίνεται έρμαιο του πάθους του προς την νεαρή ύπαρξη. Το ζεν δεν ορίζει πλέον ούτε την ψυχή του ούτε το μυαλό του. Το ανεξέλεγκτο πάθος του θα τον ωθήσει στην απάρνηση της ασκητικής ζωής και στο δρόμο προς τα εγκόσμια (με ότι αυτό συνεπάγεται). Ο νέος ξεχνάει ή μάλλον αγνοεί τις διδαχές του δασκάλου του περί ταύτισης του πάθους και του έρωτα με την εμμονή και τελικά με το έγκλημα. Παρόλα αυτά ο κύκλος της ζωής συνεχίζεται και η κατάληξη του νεαρού είναι αυτή που προέβλεψε ο γέρος μοναχός. Ο προδομένος νέος γεμάτος οργή επιστρέφει στο ναό μετά το φόνο της κοπέλας. Ο δάσκαλός του όμως τον βοηθά (όπως τότε που ήταν παιδί) να ξεπεράσει την οργή και την έντασή του μέσω της περισυλλογής, της επανόρθωσης και τελικά της εξιλέωσης.
Η σημειολογική διάσταση των τεσσάρων εποχών είναι η εξής: (Άνοιξη-Παιδί) Η γλυκύτητα της φύσης κλεισμένη στο χαμόγελο ενός παιδιού. Μόνο που η άνοιξη μπορεί να είναι σκληρή, γιατί η αθωότητα είναι φαινομενική, δεν βασίζεται στη γνώση αλλά στην άγνοια των νόμων της φύσης. Για να μάθει κανείς χρειάζεται να δει τις συνέπειες των πράξεών του και αυτό δημιουργεί πόνο. (Καλοκαίρι-Έφηβος) Ο Έρωτας αναστατώνει τα πάντα. Φουσκώνει και ξεχειλίζει. «Η φύση φταίει. Το πάθος ξυπνά την επιθυμία της εξουσίας. Η εξουσία την πρόθεση εγκλήματος». (Φθινόπωρο-Άνδρας) Ο Έφηβος πήγε να βρει τη μοίρα του. Οι δυνάμεις του Γιν νίκησαν και επιστρέφει στο ναό. Η επιστροφή όμως δεν είναι επιστροφή μεταμέλειας, αλλά πονηριάς και αποφυγής ευθυνών. Η οργή κυριαρχεί. Το πάθος κυβερνά ακόμη και η ισορροπία έχει χαθεί. Ο νους σκλαβωμένος μέσα σε σκέψεις τρέλας. Η φωνή του δασκάλου και πάλι βρίσκει ένα τρόπο για να τιθασευτεί ο νους. Εργασία και περισυλλογή, χωρίς να επηρεάζεσαι από τις εξωτερικές καταστάσεις. (Χειμώνας-Ώριμος πλέον). Η επιστροφή είναι πραγματική επιστροφή στο ναό, στις ρίζες. Η γνώση έχει γίνει πια βίωμα. Η μεταμέλεια αρετή. Η υπακοή στο νόμο οδηγεί στην απελευθέρωση. Ο άνθρωπος αποκτά μια θέση στον κύκλο της εξέλιξης. Ο Μαθητής είναι τώρα Δάσκαλος. Έχει γίνει ένας κρίκος στην αλυσίδα προσφοράς. Όμως ο κύκλος αυτός είναι κομμάτι μιας σπείρας, που είναι η εξέλιξη.
Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας και άνοιξη ξανά. Η επανάληψη, τα στάδια ωρίμανσης του ανθρώπου, ο αδιατάρακτος κύκλος της ζωής σε αντιστοίχιση με τον αδιατάρακτο κύκλο της φύσης. Πρόκειται ουσιαστικά για μια φιλοσοφική παραβολή που νοηματοδοτείται μέσα από εικόνες μοναδικής ομορφιάς και μια αφήγηση που ακολουθεί ευλαβικά τους αργούς, εκστατικούς ρυθμούς ενός βουδιστικού ψαλμού. Μέσα σε αυτόν τον ψαλμό κάθε μορφή χάνεται και ξανάρχεται. Κάθε φορά ο Χειμώνας θα παγώνει τα πάντα, κάθε φορά ο ήλιος θα χάνεται και θα αφήνει τις σκιές να κυριαρχούν, αλλά και κάθε φορά η άνοιξη θα ξεπετάγεται με τα μπουμπούκια της ακόμη και μέσα από το χιόνι. Κι όσο πιο μεγάλο το σκοτάδι, τόσο πιο αδύναμο μπροστά στην πρώτη ακτίνα του πρωινού ήλιου.
Ο σκηνοθέτης Ki-duk Kim μέσω της ταινίας του προβάλλει την βουδιστική άποψη ότι η σωματική και συναισθηματική βιαιότητα της ζωής μπορούν να αμβλυνθούν μέσω της αφύπνισης και του διαλογισμού που οδηγούν στον φωτισμό. Η ταινία αποτελείται από εκπληκτικές εικόνες φυσικών τοπίων που μεταμορφώνονται με την πάροδο των εποχών και των χρόνων. Ο Ki-duk Kim κινείται μεταξύ της λυρικότητας της φύσης, βουδιστικών αληθειών και βίαιων στιγμών της πραγματικής ζωής, μεταφέροντας στον θεατή μια αίσθηση γαλήνης και ηρεμίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο/η είπε...